3,274,917
edits
(6_7) |
(21) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κορωνοποδώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] τῷ φυτῷ [[κορωνόπους]], ἐκ διορθώσεως ἐν Θεοφρ. Φυτ. π. Ἱστ. 1. 10, 5, (κατ’ εἰκασίαν) ἀντὶ [[σκολοπώδης]]. | |lstext='''κορωνοποδώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] τῷ φυτῷ [[κορωνόπους]], ἐκ διορθώσεως ἐν Θεοφρ. Φυτ. π. Ἱστ. 1. 10, 5, (κατ’ εἰκασίαν) ἀντὶ [[σκολοπώδης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κορωνοποδώδης]], -ῶδες (Α) [[κορωνόπους]]<br />αυτός που μοιάζει με τα πόδια της κουρούνας («τὰ τῆς συκῆς [φύλλα] [[ὥσπερ]] ἂν εἴποι τις κορωνοποδώδη», Θεόφρ.). | |||
}} | }} |