Anonymous

κτηνωδία: Difference between revisions

From LSJ
22
(6_11)
(22)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κτηνωδία''': ἡ, τό κτηνῶδες, Γεώργ. Πισίδ. περὶ Ματ. 72.
|lstext='''κτηνωδία''': ἡ, τό κτηνῶδες, Γεώργ. Πισίδ. περὶ Ματ. 72.
}}
{{grml
|mltxt=και χτηνωδία, η (AM [[κτηνωδία]], Α και κτηνώδεια) [[κτηνώδης]]<br />η [[κατάσταση]] του κτηνώδους<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[ηθική]] [[πώρωση]], [[βαναυσότητα]], [[χυδαιότητα]], [[απανθρωπιά]].
}}
}}