Anonymous

μονολέων: Difference between revisions

From LSJ
25
(6_23)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μονολέων''': Ἰων. μουν-, οντος, ὁ, [[μόνος]], μοναδικὸς εἰς τὸ εἶδός του [[λέων]], δηλ. κατ’ ἐξοχὴν [[μέγας]], [[πελώριος]] [[λέων]], Ἀνθ. Π. 6. 221· πρβλ. [[μονόλυκος]].
|lstext='''μονολέων''': Ἰων. μουν-, οντος, ὁ, [[μόνος]], μοναδικὸς εἰς τὸ εἶδός του [[λέων]], δηλ. κατ’ ἐξοχὴν [[μέγας]], [[πελώριος]] [[λέων]], Ἀνθ. Π. 6. 221· πρβλ. [[μονόλυκος]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μονολέων]], ιων. τ. μουνολέων, -οντος, ὁ (Α)<br />πολύ μεγάλο, μοναδικό στο [[είδος]] του [[λιοντάρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λέων]].
}}
}}