Anonymous

μητίετα: Difference between revisions

From LSJ
25
(Autenrieth)
(25)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=([[μητίομαι]]), nom., [[for]] -της: counselling, ‘[[all]]-[[wise]],’ epith. of [[Zeus]].
|auten=([[μητίομαι]]), nom., [[for]] -της: counselling, ‘[[all]]-[[wise]],’ epith. of [[Zeus]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μητίετα]], ὁ (Α)<br />(<b>επικ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που συμβουλεύει, [[φρόνιμος]], [[συνετός]]<br /><b>2.</b> (ως επίθ. του Δία) [[πάνσοφος]], [[επινοητικός]] («[[μητίετα]] [[Ζεύς]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Κλητική [[προσφώνηση]] [[κατά]] το [[νεφεληγερέτα]], πιθ. υποκατάστατο ενός αμάρτυρου τ. <i>μητῖτα</i> <span style="color: red;"><</span> [[μῆτις]] (Ι)].
}}
}}