Anonymous

λακτισμός: Difference between revisions

From LSJ
22
(6_14)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λακτισμός''': ὁ, [[λάκτισμα]], Ἡσύχ. ἐν λέξ. σκαρθμοῖς.
|lstext='''λακτισμός''': ὁ, [[λάκτισμα]], Ἡσύχ. ἐν λέξ. σκαρθμοῖς.
}}
{{grml
|mltxt=[[λακτισμός]], ὁ (Α) [[λακτίζω]]<br />[[λάκτισμα]].
}}
}}