Anonymous

λιταργισμός: Difference between revisions

From LSJ
23
(6_19)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λῐταργισμός''': -οῦ, ὁ, τὸ [[ταχέως]] τρέχειν, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1253.
|lstext='''λῐταργισμός''': -οῦ, ὁ, τὸ [[ταχέως]] τρέχειν, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1253.
}}
{{grml
|mltxt=[[λιταργισμός]], ὁ (Α) [[λιταργίζω]]<br />[[βιασύνη]], [[σπουδή]], [[τρέξιμο]].
}}
}}