Anonymous

μανδάκης: Difference between revisions

From LSJ
24
(Bailly1_3)
(24)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />gerbe.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt iranien.
|btext=ου (ὁ) :<br />gerbe.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt iranien.
}}
{{grml
|mltxt=[[μανδάκης]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> η [[ταινία]] με την οποία έδεναν τις θημωνιές του χόρτου<br /><b>2.</b> [[δεμάτι]] από χόρτα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για θρακικό [[δάνειο]] από το αρχ. ιραν. <i>banda</i>-<i>ka</i> «[[δεσμός]]» (με [[τροπή]] του -<i>b</i>- σε -<i>m</i>- στη Θρακική), που εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>άκης</i>, <b>[[πρβλ]].</b> <i>γαυν</i>-<i>άκης</i>, <i>μανι</i>-<i>άκης</i>].
}}
}}