μεθυστής: Difference between revisions

24
(6_19)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεθυστής''': -οῦ, ὁ, [[μέθυσος]], Ἀνθ. Π. 5. 296, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 2, 7.
|lstext='''μεθυστής''': -οῦ, ὁ, [[μέθυσος]], Ἀνθ. Π. 5. 296, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 2, 7.
}}
{{grml
|mltxt=[[μεθυστής]], ὁ, θηλ. [[μεθύστρια]], (ΑM) [[μεθύω]]<br />αυτός που μεθάει [[συνεχώς]], [[μέθυσος]].
}}
}}