3,276,318
edits
(6_11) |
(24) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεταγωγή''': ἡ, τὸ μετάγειν εἰς ἄλλον τόπον, τὴν εἰς Αἴγυπτον αὐτῶν μεταγωγὴν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 12. 2, 3. 2) [[μεταβολή]], [[μεταφορά]], ἐκ... εἰς... Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 48· - παρὰ τοῖς Ρήτ., μετατεθειμένη [[διήγησις]], πραγμάτων Διον. Ἁλ. π. Ἰσαίου. 15. | |lstext='''μεταγωγή''': ἡ, τὸ μετάγειν εἰς ἄλλον τόπον, τὴν εἰς Αἴγυπτον αὐτῶν μεταγωγὴν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 12. 2, 3. 2) [[μεταβολή]], [[μεταφορά]], ἐκ... εἰς... Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 48· - παρὰ τοῖς Ρήτ., μετατεθειμένη [[διήγησις]], πραγμάτων Διον. Ἁλ. π. Ἰσαίου. 15. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[μεταγωγή]]) [[μετάγω]]<br />[[μεταφορά]], [[μετακόμιση]], [[διακομιδή]], [[μεταβίβαση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>τηλεπ.</b> το [[σύνολο]] τών χειροκίνητων ή αυτόματων χειρισμών που εξασφαλίζουν την τηλεφωνική [[επικοινωνία]] [[ανάμεσα]] σε δύο συνδρομητές<br /><b>2.</b> το [[σύνολο]] τών χειρισμών που απαιτούνται για την [[αντικατάσταση]] ενός τηλεπικοινωνιακού μηχανήματος από ένα [[άλλο]] όμοιό του<br /><b>3.</b> <b>(ηλεκτρολ.)</b> [[μετατροπή]] της συνδεσμολογίας και, [[κατά]] [[συνέπεια]], της λειτουργικότητας, ενός ή περισσότερων ηλεκτρικών κυκλωμάτων με την [[αποκατάσταση]] ή τη [[διακοπή]] κάποιων επαφών τους<br /><b>4.</b> <b>βιολ.</b> [[μηχανισμός]] γονιδιακού συνδυασμού στα [[βακτήρια]], [[κατά]] τον οποίο τμήματα χρωματοσώματος ενός βακτηρίου μεταφέρονται σε [[άλλο]], [[αφού]] [[πρώτα]] προσκολληθούν στο [[χρωματόσωμα]] ενός βακτηριοφάγου<br /><b>5.</b> [[μεταφορά]] υπό [[συνοδεία]] φρουρών από [[τόπο]] σε [[τόπο]] ενός προσώπου που βρίσκεται υπό [[κράτηση]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «[[τμήμα]] μεταγωγών<br />αστυνομικό [[κατάστημα]] στο οποίο προσάγονται προσωρινά οι κρατούμενοι προκειμένου να μεταφερθούν από έναν χώρο ή [[τόπο]] κράτησης σε [[άλλο]] ή [[κατά]] τη [[μεταφορά]] τους από τις φυλακές στο δικαστήριο και αντιστρόφως<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταβολή]], [[μετάβαση]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «μεταγωγαί πραγμάτων<br /><b>(ρητ.)</b> [[ρητορικός]] [[τρόπος]] [[κατά]] τον τρόπο [[κατά]] τον οποίο ένα [[πράγμα]] εξετάζεται και διασαφηνίζεται από διάφορες απόψεις. | |||
}} | }} |