Anonymous

μεσεγγύημα: Difference between revisions

From LSJ
24
(Bailly1_3)
(24)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />gage déposé entre les mains d’un tiers.<br />'''Étymologie:''' [[μεσεγγυάω]].
|btext=ατος (τό) :<br />gage déposé entre les mains d’un tiers.<br />'''Étymologie:''' [[μεσεγγυάω]].
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[μεσεγγύημα]] και [[μεσεγγύωμα]]) [[μεσεγγυώ]]<br />το διεκδικούμενο κινητό ή ακίνητο [[στοιχείο]] ή και το [[ποσό]] χρημάτων που παραδίδεται σε τρίτο [[άτομο]] [[μέχρι]] την [[επίλυση]] της διαφοράς [[ανάμεσα]] σε αυτούς που το διεκδικούν.
}}
}}