Anonymous

μετεγγράφω: Difference between revisions

From LSJ
25
(Bailly1_3)
(25)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=inscrire sur un nouveau registre.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ἐγγράφω]].
|btext=inscrire sur un nouveau registre.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ἐγγράφω]].
}}
{{grml
|mltxt=(Α [[μετεγγράφω]])<br /><b>1.</b> [[εγγράφω]] εκ νέου, [[ξαναγράφω]]<br /><b>2.</b> [[εγγράφω]] σε νέο κατάλογο<br /><b>3.</b> (σχετικά με μαθητή, σπουδαστή ή αθλητή) [[εγγράφω]] από ένα [[σχολείο]] ή [[πανεπιστήμιο]] σε [[άλλο]] ή από έναν σύλλογο σε [[άλλο]], [[μεταγράφω]].
}}
}}