Anonymous

μετοχή: Difference between revisions

From LSJ
2,815 bytes added ,  29 September 2017
25
(T22)
(25)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=μετοχης, ἡ ([[μετέχω]]) (Vulg. participatio); a [[sharing]], [[communion]], fellowship: [[Herodotus]], Anthol., [[Plutarch]], others.)  
|txtha=μετοχης, ἡ ([[μετέχω]]) (Vulg. participatio); a [[sharing]], [[communion]], fellowship: [[Herodotus]], Anthol., [[Plutarch]], others.)  
}}
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[μετοχή]]) [[μετέχω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[μετέχω]], [[συμμετοχή]], [[μέθεξη]]<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> ένα από τα [[δέκα]] μέρη του λόγου της ελληνικής γλώσσας, το οποίο ονομάστηκε [[έτσι]] [[επειδή]] μετέχει και στις ιδιότητες του ονόματος, ουσιαστικού και επιθέτου, [[δηλαδή]] στο [[γένος]] και στην [[κλίση]], [[αλλά]] και στις ιδιότητες του ρήματος, [[δηλαδή]] στον χρόνο, στη [[φωνή]] και στη [[διάθεση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[χρηματικός]] [[τίτλος]] που αντιπροσωπεύει ορισμένο [[μέρος]] του κεφαλαίου μιας επιχείρησης και αποφέρει ανάλογο [[κέρδος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> <b>(οικον.)</b> α) «ανώνυμη [[μετοχή]]» — η [[μετοχή]] η οποία μεταβιβάζεται με την [[παράδοση]] [[απλώς]] του τίτλου<br />β) «εγγυητική [[μετοχή]]» — [[μετοχή]] που δίδεται από τον δικαιούχο της για [[εγγύηση]] σε τρίτο<br />γ) «[[κοινή]] [[μετοχή]]» — [[κατηγορία]] μετοχών που εκδίδονται από κοινού από πολλές εταιρείες<br />δ) «κυκλοφορούσα [[μετοχή]]» — [[μετοχή]] που κυκλοφορεί ελεύθερα και μεταβιβάζεται ονομαστικά ή ανώνυμα, ανάλογα με το [[είδος]] της<br />ε) «ονομαστική [[μετοχή]]» — [[μετοχή]] στην οποία αναγράφεται το όνομα του δικαιούχου και η οποία μεταβιβάζεται με [[εγγραφή]] σε ειδικό [[βιβλίο]] της ανώνυμης εταιρείας, στο οποίο υπογράφουν ο [[πωλητής]] και ο [[αγοραστής]]<br />στ) «προνομιακή [[μετοχή]]» — [[μετοχή]] που έχει ορισμένα προνόμια [[απέναντι]] στις άλλες κοινές μετοχές<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[λήψη]] τροφής<br /><b>2.</b> [[παγιότητα]], [[σταθερότητα]], [[στερεότητα]]<br /><b>3.</b> <b>αστρολ.</b> [[συγκατοχή]] από δύο πλανήτες<br /><b>4.</b> [[συνεταιρισμός]]<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «κατὰ μετοχήν» — λόγω της ενότητας με κάποιον [[άλλο]].
}}
}}