3,277,055
edits
(6_14) |
(25) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μονογόνατος''': ὁ κατεσκευασμένος ἐκ τεμαχίου καλάμου ἔχοντος μόνον ἓν γόνυ, ἐπὶ γραφικοῦ καλάμου, Hell. J. 11, σ. 303. | |lstext='''μονογόνατος''': ὁ κατεσκευασμένος ἐκ τεμαχίου καλάμου ἔχοντος μόνον ἓν γόνυ, ἐπὶ γραφικοῦ καλάμου, Hell. J. 11, σ. 303. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μονογόνατος]], -ον (Α)<br />(για τον κάλαμο που χρησιμοποιούνταν στη [[γραφή]]) αυτός που [[είναι]] κατασκευασμένος από [[τεμάχιο]] με ένα μόνο [[γόνατο]], δηλ. έναν μόνο αρμό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>γόνατον</i>]. | |||
}} | }} |