Anonymous

μονογένεια: Difference between revisions

From LSJ
25
(6_10)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μονογένεια''': ἡ, Ἰων. μουν-, θηλ. τοῦ ἑπομ., Ἀπολλ. Ρόδ. Γ, 847, Ὀρφ. Ὕμν. 28. 2, Φιλόδημ. παρὰ Gompertz Herk. Stud. 1, σελ. 25.
|lstext='''μονογένεια''': ἡ, Ἰων. μουν-, θηλ. τοῦ ἑπομ., Ἀπολλ. Ρόδ. Γ, 847, Ὀρφ. Ὕμν. 28. 2, Φιλόδημ. παρὰ Gompertz Herk. Stud. 1, σελ. 25.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />η (Α [[μονογένεια]] και ιων. τ. μουνογένεια) [[μονογενής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> η [[μονογονία]]<br /><b>2.</b> <b>βοτ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο φυτά έχουν [[άνθη]] ενός μόνο γένους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως επίθ.</b> αυτή που δεν έχει αδέλφια, [[μοναχοκόρη]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> [[μοναδικότητα]].———————— <b>(II)</b><br />τα<br /><b>ζωολ.</b> [[ομοταξία]] τρηματωδών πλατυελμίνθων στην οποία ανήκουν εξωπαράσιτα ψαριών, αμφιβίων και ερπετών.
}}
}}