Anonymous

παρηλλαγμένως: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_6)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παρηλλαγμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθητ. πρκμ. τοῦ [[παραλλάσσω]], [[διαφόρως]], ἀσυνήθως, Πολύβ. 15. 13, 6, Διόδ. 14. 112.
|lstext='''παρηλλαγμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθητ. πρκμ. τοῦ [[παραλλάσσω]], [[διαφόρως]], ἀσυνήθως, Πολύβ. 15. 13, 6, Διόδ. 14. 112.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>επίρρ.</b> με διαφορετικό τρόπο, ασυνήθιστα, παράδοξα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> μτχ. παθ. παρακμ. <i>παρηλλαγμένος</i> του [[παραλλάσσω]].
}}
}}