Anonymous

παρεμφερής: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_7)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παρεμφερής''': -ές, κἄπως [[ὅμοιος]], διάφ. γραφ. ἐν Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1, 18, Διόδ. 1. 35, 98, κτλ. Ἐπίρρ. -ρῶς, Ζώσιμ. 5, 16.
|lstext='''παρεμφερής''': -ές, κἄπως [[ὅμοιος]], διάφ. γραφ. ἐν Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1, 18, Διόδ. 1. 35, 98, κτλ. Ἐπίρρ. -ρῶς, Ζώσιμ. 5, 16.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΑ<br />αυτός που [[είναι]] σε ορισμένο βαθμό, όχι απόλυτα, όμοιος με κάποιον [[άλλο]], [[σχεδόν]] [[ίδιος]], [[κάπως]] όμοιος, [[παραπλήσιος]] («ὦτα δὲ καὶ κέρκον καὶ φωνὴν ἵππῳ παρεμφερῆ», <b>Διόδ.</b> Σ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παρεμφερώς</i> / <i>παρεμφερῶς</i>, ΝΑ<br />[[κατά]] τρόπο [[σχεδόν]] όμοιο, παραπλήσιο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ἐμφερής]] «όμοιος, [[παρόμοιος]]»].
}}
}}