Anonymous

παρευδιάζομαι: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_8)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παρευδιάζομαι''': ζῶ ἡσύχως μεταξὺ ἄλλων, ἦγον τὴν εἰρήνην παρευδιαζόμενοι Πολύβ. 4. 32, 5.
|lstext='''παρευδιάζομαι''': ζῶ ἡσύχως μεταξὺ ἄλλων, ἦγον τὴν εἰρήνην παρευδιαζόμενοι Πολύβ. 4. 32, 5.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />ζω ήρεμα και αρμονικά με τους γείτονες μου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[εὐδιάζω]] / -<i>ομαι</i> «[[γαληνεύω]], [[ησυχάζω]]»].
}}
}}