Anonymous

πλάγγος: Difference between revisions

From LSJ
32
(6_14)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πλάγγος''': ὁ, [[εἶδος]] ἀετοῦ, ἴδε ἐν λ. [[περκνός]].
|lstext='''πλάγγος''': ὁ, [[εἶδος]] ἀετοῦ, ἴδε ἐν λ. [[περκνός]].
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />[[είδος]] αετού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. παράγεται από θ. <i>πλαγγ</i>- του ρ. [[πλάζω]] / <i>πλάζομαι</i> «περιπλανιέμαι» (<b>βλ. λ.</b> [[πλάζω]]), με τη σημ. «αυτός που περιπλανάται»].
}}
}}