Anonymous

παραπλάσσω: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_5)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παραπλάσσω''': Ἀττ. -ττω, [[μεταπλάσσω]], μεταμορφῶ, ὁποῖα πολλὰ νὺξ παραπλάττειν θέλει Θεόδ. Πρόδρ. κατὰ Ροδάνθ. καὶ Δοσικλέα Β΄, στ. 307: ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 208· - παθ., [[λαμβάνω]] ἕτερον τύπον, μεταμορφοῦμαι, μεταβάλλομαι, Ἥρων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 148. ΙΙ. [[περιγράφω]] τινί τι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 5. 70.
|lstext='''παραπλάσσω''': Ἀττ. -ττω, [[μεταπλάσσω]], μεταμορφῶ, ὁποῖα πολλὰ νὺξ παραπλάττειν θέλει Θεόδ. Πρόδρ. κατὰ Ροδάνθ. καὶ Δοσικλέα Β΄, στ. 307: ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 208· - παθ., [[λαμβάνω]] ἕτερον τύπον, μεταμορφοῦμαι, μεταβάλλομαι, Ἥρων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 148. ΙΙ. [[περιγράφω]] τινί τι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 5. 70.
}}
{{grml
|mltxt=και παραπλάττω ΜΑ<br />[[μετασχηματίζω]], [[μεταμορφώνω]] («ὁποῑα πολλὰ νὺξ παραπλάττειν θέλει», Πρόδρ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>παραπλάττομαι</i><br />[[προσαρτώ]], [[εξαρτώ]] («παραπλάσασθαι τῇ τοῡ γεννηθέντος ὥρα τὰ κατ' οὐρανὸν βλεπόμενα», Σέξτ. Εμπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[πλάσσω]] «[[πλάθω]]»].
}}
}}