Anonymous

ξεναγέτης: Difference between revisions

From LSJ
27
(6_19)
(27)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ξενᾱγέτης''': -ου, ὁ ὁδηγῶν καὶ περιποιούμενος τοὺς ξένους ἢ φίλους, ξ. [[Δελφοί]], οἱ φιλόξενοι [[Δελφοί]], Πινδ. Ν. 7. 63.
|lstext='''ξενᾱγέτης''': -ου, ὁ ὁδηγῶν καὶ περιποιούμενος τοὺς ξένους ἢ φίλους, ξ. [[Δελφοί]], οἱ φιλόξενοι [[Δελφοί]], Πινδ. Ν. 7. 63.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ξεναγέτης]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[άτομο]] εντεταλμένο να συνοδεύει [[επίσημο]], [[ξένο]] που επισκέπτεται μια [[χώρα]], ο [[ξεναγός]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πρόσωπο]] που οδηγούσε και περιποιούνταν τους ξένους ή τους φιλοξενουμένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξένος]] <span style="color: red;">+</span> <i>ᾱγέτης</i>, δωρ. τ. του [[ἡγέτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>νυμφ</i>. -<i>αγέτης</i>)].
}}
}}