Anonymous

ὀθονιοπώλης: Difference between revisions

From LSJ
28
(6_19)
(28)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀθονιοπώλης''': -ου, ὁ, ὁ πωλῶν ὀθόνια, Γλωσσ.
|lstext='''ὀθονιοπώλης''': -ου, ὁ, ὁ πωλῶν ὀθόνια, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀθονιοπώλης]], ὁ (Μ)<br />αυτός που πουλά οθόνια, [[έμπορος]] λινών υφασμάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀθόνιον]] <span style="color: red;">+</span> -[[πώλης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>πωλῶ</i>)].
}}
}}