Anonymous

οἶσος: Difference between revisions

From LSJ
1,338 bytes added ,  29 September 2017
28
(6_9)
(28)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἶσος''': ἢ οἰσός, ὁ, [[εἶδος]] ἰτέας ἢ λύγου, οὗ οἱ κλῶνες ἐχρησίμευον πρὸς κατασκευὴν πλεγμάτων, [[σχοινίων]], κλ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 2, 2, κτλ.· οὐδ. οἶσον = [[σχοινίον]], Ἡσύχ.· πληθ. οὖσα ἐν Λυκόφρ. 20. (Ἴδε ἐν λ. [[ἰτέα]]).
|lstext='''οἶσος''': ἢ οἰσός, ὁ, [[εἶδος]] ἰτέας ἢ λύγου, οὗ οἱ κλῶνες ἐχρησίμευον πρὸς κατασκευὴν πλεγμάτων, [[σχοινίων]], κλ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 2, 2, κτλ.· οὐδ. οἶσον = [[σχοινίον]], Ἡσύχ.· πληθ. οὖσα ἐν Λυκόφρ. 20. (Ἴδε ἐν λ. [[ἰτέα]]).
}}
{{grml
|mltxt=[[οἶσος]] και οἰσὸς, ὁ (Α)<br />[[είδος]] ιτιάς ή λυγαριάς, τα κλαδιά της οποίας χρησιμοποιούνταν για την [[κατασκευή]] πλεγμάτων, σχοινιών κ.λπ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Οι λ. [[οἶσος]], [[οἰσύα]] εμφανίζουν την ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] της ΙΕ ρίζας <i>wei</i>- «[[στρέφω]], [[κάμπτω]]», με κατάλ. <i>tu</i> / -<i>tw</i> <b>πρβλ.</b> [[ίτυς]], [[ιτέα]]) και συνδέονται με αρχ. σλαβ. <i>v</i><i>ě</i><i>tvĭ</i> «[[κλαδί]]». Ο τ. [[οἶσος]] έχει προέλθει <span style="color: red;"><</span> <i>FοιτFος</i> με [[τροπή]] του συμπλέγματος <i>τF</i>&GT;<i>σ</i>, ενώ ο παρλλ. τ. [[οἰσύα]] ανάγεται σε τ. <i>Fοι</i>-<i>τυ</i>-<i>α</i>, όπου η [[τροπή]] του <i>τυ</i> &GT; <i>συ</i> οφείλεται πιθ. σε αναλογική [[επίδραση]] του τ. [[οἶσος]]. Οι λ. [[οἶσος]] / [[οἰσύα]] αναφέρονται σε διαφορετικά είδη [[φυτών]] και συνδέονται με τα [[ἴτυς]] / [[ἰτέα]].
}}
}}