Anonymous

ὀκταπλάσιος: Difference between revisions

From LSJ
28
(Bailly1_4)
(28)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=α, ον :<br />huit fois aussi grand.<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], -πλάσιος.
|btext=α, ον :<br />huit fois aussi grand.<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], -πλάσιος.
}}
{{grml
|mltxt=και [[οχταπλάσιος]], -α, -ο (Α [[ὀκταπλάσιος]], -ία, -ον)<br />αυτός που [[είναι]] [[οκτώ]] φορές μεγαλύτερος ή [[περισσότερος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>οκταπλασίως</i> και <i>οκταπλάσια</i> και <i>οχταπλάσια</i> (Α ὀκταπλασίως)<br />[[κατά]] [[οκτώ]] φορές περισσότερο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> -[[πλάσιος]]].
}}
}}