3,274,194
edits
(Autenrieth) |
(29) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=to be named, w. neg., of a [[name]] [[not]] to be uttered [[for]] the illomen it contains. (Od.) | |auten=to be named, w. neg., of a [[name]] [[not]] to be uttered [[for]] the illomen it contains. (Od.) | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ὀνομαστός]] και ιων. τ. [[οὐνομαστός]] και αιολ. και δωρ. τ. ὀνυμαστός, -ή, -όν) [[ονομάζω]]<br />αυτός που το όνομά του [[είναι]] γνωστό, αυτός που έχει [[φήμη]], φημισμένος, [[περιώνυμος]], [[ξακουστός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που μπορεί ή [[είναι]] [[άξιος]] να ονομάζεται<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ὀνομαστά</i><br />ένδοξες πράξεις, κατορθώματα. | |||
}} | }} |