Anonymous

ὀρνιθεία: Difference between revisions

From LSJ
29
(6_9)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρνῑθεία''': ἡ, (ὀρνιθεύομαι) [[παρατήρησις]], [[ἐπισκόπησις]] τῆς πτήσεως ἢ τῶν κραυγῶν τῶν πτηνῶν πρὸς μαντείαν, Πολύβ. 6. 26, 4.
|lstext='''ὀρνῑθεία''': ἡ, (ὀρνιθεύομαι) [[παρατήρησις]], [[ἐπισκόπησις]] τῆς πτήσεως ἢ τῶν κραυγῶν τῶν πτηνῶν πρὸς μαντείαν, Πολύβ. 6. 26, 4.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀρνιθεία]], ἡ (Α) [[ορνιθεύομαι]]<br /><b>1.</b> [[παρατήρηση]] του πετάγματος ή της κραυγής τών πτηνών με σκοπό τη [[συναγωγή]] προβλέψεων για το [[μέλλον]], [[ορνεοσκοπία]]<br /><b>2.</b> η [[τέχνη]] του κυνηγιού πτηνών.
}}
}}