Anonymous

ὄρνιος: Difference between revisions

From LSJ
29
(6_20)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὄρνιος''': ποιητ. ἀντὶ [[ὀρνίθειος]], Ἀνθ. Π. 9. 377.
|lstext='''ὄρνιος''': ποιητ. ἀντὶ [[ὀρνίθειος]], Ἀνθ. Π. 9. 377.
}}
{{grml
|mltxt=ο<br /><b>1.</b> [[αγριοσυκιά]], [[ορνιά]]<br /><b>2.</b> [[αγριόσυκο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[ἐρινεός]] «[[αγριοσυκιά]]» με [[τροπή]] του αρκτικού -<i>ε</i>- σε <i>ο</i>- υπό τη φωνητική [[επίδραση]] του -<i>ρ</i>-, σίγηση του ενδοσυμφωνικού -<i>ι</i>- και [[συνίζηση]] του -<i>ε</i>-].
}}
}}