Anonymous

ὀρειχάλκινος: Difference between revisions

From LSJ
29
(6_11)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρειχάλκῐνος''': -η, -ον, ὁ ἐξ ὀρειχάλκου, [[στήλη]] Πλάτ. Κριτί. 119C.
|lstext='''ὀρειχάλκῐνος''': -η, -ον, ὁ ἐξ ὀρειχάλκου, [[στήλη]] Πλάτ. Κριτί. 119C.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὀρειχάλκινος]], -ίνη, -ον) [[ορείχαλκος]]<br />κατασκευασμένος από ορείχαλκο, μπρούντζινος («ἐν στήλῃ γεγραμμένα ὀρειχαλκίνῃ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στον ορείχαλκο ή χαρακτηρίζεται από αυτόν<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ορειχάλκινη [[εποχή]]» — η δεύτερη προϊστορική [[περίοδος]] της μεταλλικής εποχής της ιστορίας του ανθρώπου.
}}
}}