Anonymous

οὐκοῦν: Difference between revisions

From LSJ
1,608 bytes added ,  29 September 2017
29
(29)
(29)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=οὐκοῡν, δωρ. τ. οὐκῶν (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> (σε ερωτήσεις στις οποίες αναμένεται [[κατάνευση]] σε κάποιο [[συμπέρασμα]] ή [[προσθήκη]] σε [[κάτι]] που έχει ήδη γίνει παραδεκτό) [[λοιπόν]] δεν, άρα δεν («οὐκοῡν δοκεῑ σοι... [[συμφέρον]] [[εἶναι]]...;», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (όταν αναμένεται αρνητική [[απάντηση]] και ακολουθεί το <i>οὐ</i>) [[λοιπόν]] («οὐκοῡν οὐδ' ἂν εἷς ἀντείποι;», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> (με υποτ. ή προστ. σε βεβ. πρότ.) α) ασφαλώς όχι<br />β) [[λοιπόν]] ας («οὐκοῡν... σὺ καὶ τοῡτο ἴασαι καὶ τὸν Ἑρμῆν κέλευσον», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>4.</b> (σε αποκρίσεις) α) [[μάλιστα]], πολύ καλά («ἀμηχάνων ἐρᾷς. [απόκρ.] οὐκοῡν, [[ὅταν]] δὴ μὴ [[σθένω]] πεπαύσομαι», <b>Σοφ.</b>)<br />β) ασφαλώς, βεβαίως («οὐκοῡν κλεινὴ καὶ ἔπαινον ἔχουσ'... ἀπέρχῃ», <b>Σοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οὐκ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>οὖν</i>].
|mltxt=οὐκοῡν, δωρ. τ. οὐκῶν (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> (σε ερωτήσεις στις οποίες αναμένεται [[κατάνευση]] σε κάποιο [[συμπέρασμα]] ή [[προσθήκη]] σε [[κάτι]] που έχει ήδη γίνει παραδεκτό) [[λοιπόν]] δεν, άρα δεν («οὐκοῡν δοκεῑ σοι... [[συμφέρον]] [[εἶναι]]...;», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (όταν αναμένεται αρνητική [[απάντηση]] και ακολουθεί το <i>οὐ</i>) [[λοιπόν]] («οὐκοῡν οὐδ' ἂν εἷς ἀντείποι;», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> (με υποτ. ή προστ. σε βεβ. πρότ.) α) ασφαλώς όχι<br />β) [[λοιπόν]] ας («οὐκοῡν... σὺ καὶ τοῡτο ἴασαι καὶ τὸν Ἑρμῆν κέλευσον», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>4.</b> (σε αποκρίσεις) α) [[μάλιστα]], πολύ καλά («ἀμηχάνων ἐρᾷς. [απόκρ.] οὐκοῡν, [[ὅταν]] δὴ μὴ [[σθένω]] πεπαύσομαι», <b>Σοφ.</b>)<br />β) ασφαλώς, βεβαίως («οὐκοῡν κλεινὴ καὶ ἔπαινον ἔχουσ'... ἀπέρχῃ», <b>Σοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οὐκ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>οὖν</i>].
}}
{{grml
|mltxt=οὔκον, ιων. τ. οὐκ ὦν (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> βεβαίως δεν, ασφαλώς δεν («[[οὔκουν]] μ' ἐν Ἄργει γ' οἷα πράττεις λανθάνει», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (με ανακεφαλαιωτική σημ. και σε [[απόδοση]] υποθ. λόγου) σύμφωνα με αυτά δεν, με την [[προϋπόθεση]] αυτή δεν («[[οὔκουν]] ἀπολείψομαί γέ σου... εἰ τοῡτο λέγεις», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> (με συμπερ. σημ.) [[συνεπώς]] δεν («οὔκον [[οἶδα]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>4.</b> (σε ερωτήσεις) [[λοιπόν]] δεν;, ε, [[λοιπόν]] δεν; («[[οὔκουν]] ἐγώ σοι ταῡτα προύλεγον [[πάλαι]];», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>5.</b> (σε [[απόκριση]] που δίνεται με [[αφορμή]] [[επιχείρημα]] του προηγούμενου ομιλητή) και ύστερα από αυτό δεν...; («[[οὔκουν]] [[ὅμαιμος]] χὠ [[καταντίον]] θανών; <b>Σοφ.</b>)<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> (στους ιων. πεζογράφους) <i>οὐκ ὦν</i><br />[[οπωσδήποτε]] δεν («ταῡτα λέγοντες, τοὺς Κροτωνιήτας οὐκ ὦν ἔπειθον», <b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οὐκ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>οὖν</i>].
}}
}}