3,277,220
edits
(6_10) |
(30) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀχλητικός''': -ή, -όν, = ἐνοχλητικός, Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. 3. 18. | |lstext='''ὀχλητικός''': -ή, -όν, = ἐνοχλητικός, Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. 3. 18. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὀχλητικός]], -ή, -όν (Α)<br />[[οχλικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀχλῶ</i> μέσω αμάρτυρου <i>ὀχλητός</i> που μαρτυρείται στα σύνθ. σε -<i>όχλητος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>α</i>-<i>όχλητος</i>, <i>ανεν</i>-<i>όχλητος</i>)]. | |||
}} | }} |