Anonymous

πάνοπτος: Difference between revisions

From LSJ
30
(6_15)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάνοπτος''': ον ([[ὄψομαι]]) «ὁ [[πανταχόθεν]] φαινόμενος» Ἡσύχ., Φώτ.
|lstext='''πάνοπτος''': ον ([[ὄψομαι]]) «ὁ [[πανταχόθεν]] φαινόμενος» Ἡσύχ., Φώτ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που φαίνεται από [[παντού]], αυτός που μπορούν να τον δουν οι πάντες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὀπτός]] (Ι) (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>ὀπ</i>- του [[ὄπωπα]]), <b>πρβλ.</b> <i>ύπ</i>-<i>οπτος</i>].
}}
}}