3,274,216
edits
(6_10) |
(30) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παραινετικός''': -ή, -όν, [[συμβουλευτικός]], π. καὶ ὑποθετικὸς [[λόγος]] Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 12. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 274 25. | |lstext='''παραινετικός''': -ή, -όν, [[συμβουλευτικός]], π. καὶ ὑποθετικὸς [[λόγος]] Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 12. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 274 25. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό / [[παραινετικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[παραινέτης]]<br /><b>1.</b> αυτός που εμπεριέχει [[παραίνεση]], [[συμβουλή]], [[συμβουλευτικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που εμπεριέχει [[προτροπή]], [[ενθάρρυνση]], [[παρακινητικός]], [[προτρεπτικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παραινετικώς</i> και -<i>ά</i> / <i>παραινετικῶς</i>, ΝΑ<br />με παραινετικό τρόπο, συμβουλευτικά. | |||
}} | }} |