Anonymous

παρακερκίς: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_11)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παρακερκίς''': ἡ, τὸ μικρὸν [[ὀστοῦν]] τῆς κνήμης (πρβλ. [[περόνη]]), [[Πολυδ]]. Β΄, 191.
|lstext='''παρακερκίς''': ἡ, τὸ μικρὸν [[ὀστοῦν]] τῆς κνήμης (πρβλ. [[περόνη]]), [[Πολυδ]]. Β΄, 191.
}}
{{grml
|mltxt=-[[ίδος]], ἡ, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />πλάγιο [[οστό]] σε παθολογικές περιπτώσεις<br /><b>αρχ.</b><br />το μικρό [[οστό]] της κνήμης, η [[περόνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κερκίς]], -[[ίδος]] «[[οστό]] της κνήμης»].
}}
}}