3,274,216
edits
(Bailly1_4) |
(31) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />placé en regard, parallèle ; [[οἱ]] παράλληλοι (κύκλοι) les cercles parallèles, <i>càd</i> les zones ; [[ἐκ]] παραλλήλου PLUT d’une manière semblable, pareillement.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[ἀλλήλων]]. | |btext=ος, ον :<br />placé en regard, parallèle ; [[οἱ]] παράλληλοι (κύκλοι) les cercles parallèles, <i>càd</i> les zones ; [[ἐκ]] παραλλήλου PLUT d’une manière semblable, pareillement.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[ἀλλήλων]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[παράλληλος]], -ον, ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[δίπλα]] σε κάποιον [[άλλο]] με όλα τα [[απέναντι]] [[σημεία]] στην [[ίδια]] [[απόσταση]] («παράλληλες ευθείες» — ευθείες που όσο κι αν επεκταθούν δεν πρόκειται [[ποτέ]] να συναντηθούν)<br /><b>2.</b> αυτός που παρουσιάζει αντιστοιχίες ή ομοιότητες με κάποιον [[άλλο]] («παράλληλοι βίοι» — βιογραφίες ιστορικών προσώπων που παρουσιάζουν ανά δύο πολλές αναλογίες και ομοιότητες)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «εκ παραλλήλου»<br />i) [[συντακτικό]] και ρητορικό [[σχήμα]] [[κατά]] το οποίο μία [[έννοια]] εκφράζεται θετικά και αρνητικά συγχρόνως<br />ii) με παράλληλο τρόπο, ταυτόχρονα<br /><b>4.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[παράλληλος]] α) <b>αστρον.</b> [[κύκλος]] της ουράνιας σφαίρας, το επίπεδο του οποίου [[είναι]] παράλληλο με το επίπεδο του ουράνιου ισημερινού<br />β) <b>γεωγρ.</b> νοητή [[συνεχής]] [[γραμμή]] [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] της Γης η οποία εκτείνεται παράλληλα με τον ισημερινό και χρησιμεύει για να δείχνει το γεωγραφικό [[πλάτος]]<br />[[επιφάνεια]] της Γης ή στην ουράνια [[σφαίρα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται συμβαίνει ή εκδηλώνεται αντίστοιχα ή ανάλογα με κάποιον [[άλλο]] [[χωρίς]] [[ποτέ]] να ταυτίζονται, ο [[ταυτόχρονος]] («παράλληλα γεγονότα».)<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[παράλληλος]]<br /><b>ναυτ.</b> το [[ίχνος]], [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] της Γης, της τομής της γήινης σφαίρας από επίπεδο κάθετο στον άξονα της<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «παράλληλες καμπύλες»<br /><b>μαθημ.</b> δύο καμπύλες στις οποίες υπάρχει μια αμφιμονοσήμαντη και επί [[αντιστοιχία]] [[μεταξύ]] τών σημείων τών δύο καμπυλών ώστε στα αντίστοιχα [[σημεία]] να έχουν [[κοινή]] κάθετο και το ευθύγραμμο [[τμήμα]] που περιλαμβάνεται [[μεταξύ]] των δύο αυτών καμπυλών μιας οποιασδήποτε καθέτου να έχει σταθερό [[μήκος]]<br />β) «παράλληλη [[εξέλιξη]]»<br /><b>βιολ.</b> [[σύγκλιση]]<br />γ) «παράλληλη [[ευθεία]] [[προς]] επίπεδο»<br /><b>μαθημ.</b> η [[ευθεία]] που δεν τέμνει το επίπεδο<br />δ) «παράλληλη [[σύνδεση]]»<br /><b>(ηλεκτρολ.)</b> ηλεκτρική [[σύνδεση]] στοιχείων ενός κυκλώματος, όπως λ.χ. αντιστάσεων, πυκνωτών, γεννητριών, πηνίων κ.ά., [[κατά]] την οποία όλα τα στοιχεία βρίσκονται υπό [[κοινή]] [[τάση]]<br />ε) «παράλληλη [[κίνηση]] φωνών και συγχορδιών»<br /><b>μουσ.</b> όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την παράλληλη [[κίνηση]] φωνών ή συγχορδιών με [[ευθεία]] [[κίνηση]] και το ίδιο [[επομένως]] [[διάστημα]] [[ανάμεσα]] σε όλες τις φωνές ανά δύο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[κοντά]] σε κάποιον [[άλλο]] («ὁ Ῥήνος [[παράλληλος]] ὤν τῇ Πυρήνη», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>για πρόσ.</b>) ο [[συνήθης]], [[συνηθισμένος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «ἐν παραλλήλοις»<br />(για λέξεις) πλεοναστικά<br />β) «παράλληλοι κύκλοι» — οι [[πέντε]] ζώνες, δηλ. καθένα από τα [[πέντε]] τμήματα της γήινης επιφάνειας που καθορίζονται από τους πόλους τους πολικούς κύκλους και τον ισημερινό. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>παραλλήλως</i> ΝΑ, <i>παράλληλα</i> Ν<br />με παράλληλο τρόπο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χωρίς]] [[διάκριση]]<br /><b>2.</b> πλεοναστικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. εκ συναρπαγής από τη φρ. παρ' <i>ἀλλήλους</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κατ</i>- <i>ἄλληλος</i>)]. | |||
}} | }} |