Anonymous

παράπικρος: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_18)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παράπικρος''': -ον, πικρίζων, ὀλίγον τι [[πικρός]], [[ὑπόπικρος]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφ. 873.
|lstext='''παράπικρος''': -ον, πικρίζων, ὀλίγον τι [[πικρός]], [[ὑπόπικρος]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφ. 873.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που πικρίζει λίγο, ο λίγο [[πικρός]].
}}
}}