Anonymous

πεντάσχοινος: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_17)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πεντάσχοινος''': -ον, ὁ ἔχων [[μῆκος]] [[πέντε]] σχοίνων· τὸ πεντάσχοινον = [[στάδιον]], Ἡσύχ.
|lstext='''πεντάσχοινος''': -ον, ὁ ἔχων [[μῆκος]] [[πέντε]] σχοίνων· τὸ πεντάσχοινον = [[στάδιον]], Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] [[πέντε]] σχοινιών, είδους μετρικής μονάδας<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πεντάσχοινον</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[στάδιον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[σχοῖνος]] (<b>πρβλ.</b> <i>τρί</i>-<i>σχοινος</i>)].
}}
}}