Anonymous

πεοίδης: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_7)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πεοίδης''': -ες, «ὁ μέγα καὶ ἀπρεπὲς [[αἰδοῖον]] ἔχων» Α. Β. 72, 26 ἐν λέξ. [[χελυνοίδης]].
|lstext='''πεοίδης''': -ες, «ὁ μέγα καὶ ἀπρεπὲς [[αἰδοῖον]] ἔχων» Α. Β. 72, 26 ἐν λέξ. [[χελυνοίδης]].
}}
{{grml
|mltxt=-ες, Α<br />αυτός που έχει μεγάλο και χοντρό [[πέος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παράγωγο ενός αμάρτυρου <i>πεοιδῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πέος]] <span style="color: red;">+</span> <i>οἰδῶ</i> «[[φουσκώνω]], πρήζομαι»), <b>πρβλ.</b> [[ενοιδής]] <span style="color: red;"><</span> <i>ἐνοιδῶ</i>].
}}
}}