Anonymous

περισάττω: Difference between revisions

From LSJ
32
(6_3)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισάττω''': [[σωρεύω]] ὁλόγυρα, [[περισωρεύω]], τὴν γῆν περὶ τὰς ῥίζας Ἀριστ. Προβλ. 20. 14, 2· [[ὡσαύτως]], π. τὰς ῥίζας τῇ γῇ, περικαλύπτειν, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 5. 6, 5· π. τὰ χείλη ἀποφράττειν, Πολύβ. 22. 11, 17.
|lstext='''περισάττω''': [[σωρεύω]] ὁλόγυρα, [[περισωρεύω]], τὴν γῆν περὶ τὰς ῥίζας Ἀριστ. Προβλ. 20. 14, 2· [[ὡσαύτως]], π. τὰς ῥίζας τῇ γῇ, περικαλύπτειν, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 5. 6, 5· π. τὰ χείλη ἀποφράττειν, Πολύβ. 22. 11, 17.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[συσσωρεύω]] [[κάτι]] [[γύρω]], [[σωρεύω]] [[ολόγυρα]], [[περισωρεύω]]<br /><b>2.</b> (σχετικά με οπές) [[φράζω]] [[τελείως]], [[στουπώνω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[σάττω]] «[[φορτώνω]], [[γεμίζω]] καλά»].
}}
}}