3,274,313
edits
(T22) |
(32) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{Thayer | {{Thayer | ||
|txtha=περιστεράς, ἡ, [[Hebrew]] יונָה, a [[dove]]: [[Herodotus]] [[down]].) | |txtha=περιστεράς, ἡ, [[Hebrew]] יונָה, a [[dove]]: [[Herodotus]] [[down]].) | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[περιστέρα]] ΝΜ<br /><b>1.</b> το θηλυκό του πτηνού [[περιστέρι]]<br /><b>2.</b> <b>εκκλ.</b> (μόνο στον τ. [[περιστερά]]) i) το [[περιστέρι]] που, σύμφωνα με τη Βίβλο, έστειλε ο Νώε [[μετά]] τον Κατακλυσμό και το οποίο επέστρεψε φέρνοντας ένα [[κλαδί]] [[ελιάς]], [[σύμβολο]] του τέλους της κοσμικής καταστροφής<br />ii) αρχαιοχριστιανική συμβολική [[παράσταση]] του Αγίου Πνεύματος, η οποία βασίζεται στις ευαγγελικές διηγήσεις της βάπτισης του Χριστού, σύμφωνα με τις οποίες την [[στιγμή]] [[εκείνη]] η [[παρουσία]] του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδας δηλώθηκε με την [[μορφή]] περιστεριού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>αστρον.</b> [[μικρός]] [[νότιος]] [[αστερισμός]], που βρίσκεται [[μεταξύ]] τών αστερισμών του Οκρίβαντος, της Πρώρας, του Μεγάλου Κυνός, του Λαγού και του Γλυφειού και ο [[οποίος]] αποτελείται [[κυρίως]] από αμυδρούς αστέρες<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «υποκρίνεται την αθώα [ή τη λευκή] [[περιστερά]]» — παριστάνει τον αθώο<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />κολακευτική και θωπευτική [[προσφώνηση]] ωραίας ή αγαπημένης γυναίκας ή μικρού κοριτσιού (α. «έχεις και κόρην όμορφη, σαν [[περιστέρα]] πλουμιστή» — [[κάλαντα]]<br />β. «[[περιστέρα]] [ή [[περιστερά]]] μου!»)<br /><b>μσν.</b><br /><b>στον πληθ.</b> <i>αἱ περιστεραί</i><br /><b>εκκλ.</b> [[κάλυμμα]] του κεφαλιού τών έγγαμων πρεσβυτέρων [[κατά]] την [[τουρκοκρατία]], το οποίο απαρτιζόταν από [[τέσσερα]] τριγωνικά ισοσκελή κομμάτια υφάσματος που ενώνονταν στην [[κορυφή]] και [[πίσω]] στον αυχένα και τα οποία στο [[πίσω]] [[μέρος]] κατέληγαν σε [[σχήμα]] ουράς περιστεριού<br /><b>αρχ.</b><br />(γενικά) το [[πουλί]] [[περιστέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], [[ορθός]] [[είναι]] ο [[αμάρτυρος]] τ. <i>πελιστερά</i>, ο [[οποίος]] εσφαλμένα διορθώθηκε σε [[περιστερά]] λόγω του ότι το -<i>λ</i>- θεωρήθηκε [[προϊόν]] ανομοίωσης. Κατά την [[άποψη]] αυτή, ο τ. <i>πελιστερά</i> έχει σχηματιστεί από το θ. τών λ. [[πελιός]] «[[μαυροκίτρινος]], [[πελιδνός]]», [[πέλεια]] «άγριο [[περιστέρι]]» με κατάλ. -<i>τερο</i>-<i>ς</i> και μπορεί να συνδεθεί με το περσ. <i>kab</i><i>ō</i><i>tar</i> «[[μπλε]] ([[περιστέρι]]»), που εμφανίζει την [[ίδια]] κατάλ. Έχουν διατυπωθεί, [[επίσης]], και άλλες απόψεις, όπως η [[σύνδεση]] της λ. με την [[πρόθεση]] [[περί]] ή με τη λ. [[φορκός]] «[[λευκός]], [[πολιός]]», οι οποίες, όμως, δεν θεωρούνται πιθανές. Ο τ. [[περιστέρα]], [[τέλος]], <span style="color: red;"><</span> [[περιστέρι]](<i>ον</i>) <span style="color: red;">+</span> μεγεθ. κατάλ. -<i>α</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κεφάλ</i>-<i>α</i>, <i>μαχαίρ</i>-<i>α</i>)]. | |||
}} | }} |