Anonymous

πέρνα: Difference between revisions

From LSJ
511 bytes added ,  29 September 2017
32
(Bailly1_4)
(32)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>= lat.</i> perna, « jambon ».
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>= lat.</i> perna, « jambon ».
}}
{{grml
|mltxt=και [[πέρνη]] και [[πτέρνα]], ἡ, Α<br />[[χοιρομέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>perna</i> «[[χοιρομέρι]]». Ο τ. [[πτέρνα]], αν δεν πρόκειται για εσφαλμένη γρφ., οφείλεται [[είτε]] σε αστεϊσμό [[είτε]] σε [[επίδραση]] της λ. [[πτέρνα]] (<b>πρβλ.</b> [[πτερνοτρώκτης]])].
}}
}}