Anonymous

πολύγραμμος: Difference between revisions

From LSJ
33
(6_15)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύγραμμος''': -ον, (γραμμὴ) ὁ διὰ πολλῶν γραμμῶν σεσημειωμένος, Ἀριστ. Ἀποσπ. 282.
|lstext='''πολύγραμμος''': -ον, (γραμμὴ) ὁ διὰ πολλῶν γραμμῶν σεσημειωμένος, Ἀριστ. Ἀποσπ. 282.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[πολύγραμμος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] [[σημειωμένος]] με πολλές γραμμές<br /><b>2.</b> αυτός που αποτελείται από πολλές γραμμές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γραμμή]]), <b>πρβλ.</b> [[ευθύ]]-<i>γραμμος</i>].
}}
}}