Anonymous

πολύϊνος: Difference between revisions

From LSJ
33
(6_3)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύϊνος''': [ῑ], -ον, (ἲς) ὁ ἔχων πολλὰς ἶνας, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 11, 1, κτλ.
|lstext='''πολύϊνος''': [ῑ], -ον, (ἲς) ὁ ἔχων πολλὰς ἶνας, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 11, 1, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολλές ίνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>ἴς</i>, <i>ἰνός</i> «ίνα» (<b>πρβλ.</b> [[λεπτό]]-<i>ϊνος</i>, <i>ολιγό</i>-<i>ϊνος</i>)].
}}
}}