Anonymous

ποντοπλάνητος: Difference between revisions

From LSJ
33
(6_3)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ποντοπλάνητος''': [ᾰ], -ον, ὁ πλανώμενος ἀνὰ τὰς θαλάσσας, Ὀρφ. Ὕμν. 37. 5.
|lstext='''ποντοπλάνητος''': [ᾰ], -ον, ὁ πλανώμενος ἀνὰ τὰς θαλάσσας, Ὀρφ. Ὕμν. 37. 5.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που πλανάται ανά τα πελάγη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόντος]] <span style="color: red;">+</span> [[πλανητός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>πλανῶμαι</i>), <b>πρβλ.</b> <i>θαλασσο</i>-<i>πλάνητος</i>].
}}
}}