Anonymous

ποσαπλάσιος: Difference between revisions

From LSJ
33
(Bailly1_4)
(33)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=α, ον :<br />combien de fois plus grand ?<br />'''Étymologie:''' [[πόσος]], -πλάσιος.
|btext=α, ον :<br />combien de fois plus grand ?<br />'''Étymologie:''' [[πόσος]], -πλάσιος.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο / [[ποσαπλάσιος]], -ία, -ον, ΝΜΑ<br />πόσο μεγαλύτερος, πόσο [[περισσότερος]] («ἀλλὰ ποσαπλάσιον, τετραπλάσιον», <b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόσος]] <span style="color: red;">+</span> -[[πλάσιος]], [[κατά]] το [[πολλαπλάσιος]] και τα ανάλογ. αριθμητικά σε -[[πλάσιος]] (<b>πρβλ.</b> <i>πεντα</i>-[[πλάσιος]], <i>εκατοντα</i>-[[πλάσιος]])].
}}
}}