Anonymous

πρεσβευτικός: Difference between revisions

From LSJ
34
(6_11)
(34)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρεσβευτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς πρεσβευτὴν ἢ εἰς πρεσβείαν, Πολύβ. 9. 32, 4, Διον. Ἁλ. 11. 25. Ἐπίρρ. -κῶς, [[Πολυδ]]. Δ. 26.
|lstext='''πρεσβευτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς πρεσβευτὴν ἢ εἰς πρεσβείαν, Πολύβ. 9. 32, 4, Διον. Ἁλ. 11. 25. Ἐπίρρ. -κῶς, [[Πολυδ]]. Δ. 26.
}}
{{grml
|mltxt=-ἡ, -ὁ / [[πρεσβευτικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[πρεσβευτής]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πρεσβευτή ή στην [[πρεσβεία]] (α. «πρεσβευτικό [[διάβημα]]» β. «πρεσβευτική [[διάσκεψη]]»<br />«[[κατά]] τοὺς πρεσβευτικοὺς ἀγώνας», <b>Πολ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>πρεσβευτικώς</i> / <i>πρεσβευτικῶς</i> ΝΑ<br />[[κατά]] τρόπο πρεσβευτικό.
}}
}}