Anonymous

προγίγνομαι: Difference between revisions

From LSJ
34
(Autenrieth)
(34)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=aor. 2 προγένοντο: [[get]] on, [[advance]], Il. 18.525†.
|auten=aor. 2 προγένοντο: [[get]] on, [[advance]], Il. 18.525†.
}}
{{grml
|mltxt=και ιων. και μτγν. τ. προγίνομαι Α<br /><b>1.</b> [[έρχομαι]], [[πηγαίνω]] [[προς]] τα [[εμπρός]], εμφανίζομαι<br /><b>2.</b> γεννιέμαι ή [[υπάρχω]] [[προηγουμένως]], [[προϋπάρχω]] (α. «οἱ προγεγονότες θεοί», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «οἱ προγεγονότες ἄνθρωποι» — οι προγενέστεροι, <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> γεννιέμαι<br /><b>4.</b> (για συμβάντα) [[γίνομαι]] ή [[συμβαίνω]] στο [[παρελθόν]] («οἱ προγεγενημένοι πόλεμοι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>5.</b> (η μτχ. μέσ. αορ. β' και η μτχ. μέσ. παρακμ. ως ουσ.) <i>οἱ προγενόμενοι</i> και <i>οἱ προγεγενημένοι</i><br />οι άνθρωποι που προϋπήρξαν.
}}
}}