Anonymous

προσθετικός: Difference between revisions

From LSJ
35
(6_11)
(35)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσθετικός''': -ή, -όν, ὁ διατεθειμένος νὰ προσθέσῃ, ὁ παρέχων πρόσθετον δύναμιν, Πορφύρ. παρ’ Εὐσεβ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 113Β, Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. σ. 166, κτλ.
|lstext='''προσθετικός''': -ή, -όν, ὁ διατεθειμένος νὰ προσθέσῃ, ὁ παρέχων πρόσθετον δύναμιν, Πορφύρ. παρ’ Εὐσεβ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 113Β, Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. σ. 166, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[προσθετικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[προστίθημι]]<br />ο [[κατάλληλος]] για [[πρόσθεση]], αυτός που συντελεί στην [[πρόσθεση]] («προσθετική [[μηχανή]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «προσθετική [[ομάδα]]»<br /><b>(βιοχ.)</b> το μη πρωτεϊνικό [[τμήμα]] του μορίου τών ετεροπρωτεϊνών, που αποχωρίζεται με [[υδρόλυση]], χημική ή ενζυμική<br />β) «προσθετικές εργασίες»<br /><b>ιατρ.</b> [[τοποθέτηση]] τεχνητών δοντιών<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />αυτός που προσδίδει, που παρέχει πρόσθετες δυνατότητες («[[δύναμις]] προσθετική εἰς τὸ τίκτειν», Ευσ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει στη [[θρέψη]], [[θρεπτικός]] («προσθετικά βοηθήματα», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> (για πλανήτες) [[προχωρητικός]] («προσθετικὸν [[ἡμικύκλιον]]», Πτολ.)<br /><b>3.</b> (για τον Ήλιο) [[εκείνος]] που παρουσιάζει μεγαλύτερη [[θερμότητα]] («τροπὴ προσθετικωτέρα», παπ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>προσθετικῶς</i> Α<br />με τη [[θρέψη]] («προσθετικῶς θεραπεύειν», Αέτ.).
}}
}}