Anonymous

προσπτήσσω: Difference between revisions

From LSJ
35
(6_2)
(35)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσπτήσσω''': [[κλίνω]] [[πρός]] τι, ἀκταὶ λιμένος ποτιπεπτηυῖαι (Ἐπικ. μετοχ. πρκμ. ἀντὶ προσπεπτηκυῖαι), ἀπόκρημνοι ἀκταὶ προσνεύουσαι, προσκλίνουσαι πρὸς τὸν λιμένα, δηλ. περικλείουσαι αὐτόν, Ὀδ. Ν. 98· - κατὰ τύπον ἠδύνατο νὰ ἀνήκῃ καὶ εἰς τὸ [[προσπίπτω]], ὡς καὶ [[συχνάκις]] λαμβάνεται· ἀλλ’ ἴδε [[καταπτήσσω]], [[ὑποπτήσσω]].
|lstext='''προσπτήσσω''': [[κλίνω]] [[πρός]] τι, ἀκταὶ λιμένος ποτιπεπτηυῖαι (Ἐπικ. μετοχ. πρκμ. ἀντὶ προσπεπτηκυῖαι), ἀπόκρημνοι ἀκταὶ προσνεύουσαι, προσκλίνουσαι πρὸς τὸν λιμένα, δηλ. περικλείουσαι αὐτόν, Ὀδ. Ν. 98· - κατὰ τύπον ἠδύνατο νὰ ἀνήκῃ καὶ εἰς τὸ [[προσπίπτω]], ὡς καὶ [[συχνάκις]] λαμβάνεται· ἀλλ’ ἴδε [[καταπτήσσω]], [[ὑποπτήσσω]].
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />[[παρουσιάζω]] [[κλίση]] [[προς]] μια [[διεύθυνση]], [[κλίνω]], [[γέρνω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[πτύσσω]] «[[ζαρώνω]], [[κλίνω]]»].
}}
}}