Anonymous

πρυμνήτης: Difference between revisions

From LSJ
35
(Bailly1_4)
(35)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br />de la poupe : [[πρυμνήτης]] [[κάλως]] EUR câble de la poupe, amarre ; <i>fig.</i> [[πρυμνήτης]] [[ἄναξ]] ESCHL <i>ou</i> [[ἀνήρ]] ESCHL le pilote (de l’État).<br />'''Étymologie:''' [[πρύμνα]].
|btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br />de la poupe : [[πρυμνήτης]] [[κάλως]] EUR câble de la poupe, amarre ; <i>fig.</i> [[πρυμνήτης]] [[ἄναξ]] ESCHL <i>ou</i> [[ἀνήρ]] ESCHL le pilote (de l’État).<br />'''Étymologie:''' [[πρύμνα]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>ναυτ.</b> [[ναύτης]] του πολεμικού ναυτικού που έχει [[υπηρεσία]] στην [[πλευρά]] της πρύμνης<br /><b>2.</b> <b>ως επίθ.</b> (για άνεμο) αυτός που πνέει από το [[μέρος]] της πρύμνης, ο [[ούριος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κυβερνήτης]] ή [[πηδαλιούχος]], του οποίου η [[θέση]] ήταν στην [[πρύμνη]], ο [[οιακιστής]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> ο [[ηγεμόνας]] χώρας<br /><b>3.</b> (για ούριο άνεμο) ο αργέστης<br /><b>4.</b> <b>ως επίθ.</b> [[πρυμνήσιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρύμνη]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ητης</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ἀλ</i>-<i>ήτης</i>: <i>ἄλη</i>, <i>ἀγορ</i>-<i>ητής</i>: <i>ἀγορᾱ</i>, <i>μαχ</i>-<i>ητής</i>: [[μάχη]], τ. που [[πρέπει]] να έχουν προέλθει [[μάλλον]] από ουσ. σε -<i>η</i> [[παρά]] από τα αντίστοιχα ρ. σε -<i>ῶ</i> / -<i>άω</i>)].
}}
}}