3,277,286
edits
(6_11) |
(35) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πτωτός''': -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ πέσῃ, ὁ πίπτων, Ἡρωδιαν. π. μον. λέξ. σ. 38, Ἡσύχ. | |lstext='''πτωτός''': -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ πέσῃ, ὁ πίπτων, Ἡρωδιαν. π. μον. λέξ. σ. 38, Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />αυτός που μπορεί να πέσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πτω</i>- του [[πίπτω]] (με μηδενισμένο το πρώτο και ετεροιωμένο το δεύτερο [[φωνήεν]] της δισύλλαβης ρίζας <i>πετᾱ</i>-, <b>βλ. λ.</b> [[πίπτω]], [[πέτομαι]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τός</i> τών ρημ. επιθ. (<b>πρβλ.</b> <i>τρω</i>-<i>τός</i>)]. | |||
}} | }} |