Anonymous

ῥᾴδια: Difference between revisions

From LSJ
35
(Bailly1_4)
(35)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ων ([[τά]]) :<br />v. [[ῥᾴδιος]].
|btext=ων ([[τά]]) :<br />v. [[ῥᾴδιος]].
}}
{{grml
|mltxt=και [[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b> ῥάϊδια, τὰ, Α<br />παντόφλες ή σανδάλια ή, κατ' άλλους, γυναικεία υποδήματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του πληθ. του ουσ. του επιθ. <i>ῥάδιος</i> με την [[έννοια]] ότι οι παντόφλες [[είναι]] άνετα, ευκολοφόρετα παπούτσια].
}}
}}